Οι κρατικές υποδομές, συστήματα και υπηρεσίες, είναι έτσι κατασκευασμένες ώστε να αντιμετωπίζουν την κανονικότητα και μέχρι ένα ποσοστό διαφοροποίησης από αυτήν, ώστε να υπάρχουν αντοχές και πέραν της κανονικότητας, αλλά μέχρι κάποιου σημείου.
Η κανονικότητα ορίζεται από τις συνθήκες των τελευταίων πολλών ετών. Τα ποσοστά διαφοροποίησης απο την κανονικότητα αλλάζουν κατά περίπτωση. Όταν η υποδομή ή η υπηρεσία είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ανθρώπινη ζωή τα ποσοστά διαφοροποίησης ή αντοχών είναι προφανώς μεγαλύτερα.
Για να γίνει κατανοητό αυτό που λέω, θα δώσω ένα παράδειγμα για την κατασκευή των εθνικών οδών.
Στην κατασκευή ενός δρόμου τα βασικά χαρακτηριστικά είναι η ποιότητα της ασφάλτου και το πλάτος του δρόμου.
Το μίγμα της ασφάλτου εξαρτάται από της κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής πάντοτε με αυξημένα όρια αντοχής υλικών, και το πλάτος του δρόμου εξαρτάται από την κινητικότητα που έχει καταγραφεί τα τελευταία αρκετά χρόνια συν μία πρόβλεψη για τα επόμενα 30-40 χρόνια. Παρ’ όλα αυτά παρατηρούμε ότι οι δρόμοι παρουσιάζουν δυσχρηστία, δηλαδή «μποτιλιάρισμα» σε μερικές χρονικές στιγμές, καθώς και αστοχίες υλικών.
Αυτό δεν σημαίνει ότι θα φτιάχνουμε δρόμους με οκτώ λωρίδες για να είναι λειτουργικοί στο 100% των περιπτώσεων. Και αυτό γιατί και η κατασκευή, αλλά και η συντήρηση θα κόστιζε δυσανάλογα πολύ περισσότερα για την λειτουργία τους, από την εύλογη χρήση τους και την παραγωγικότητα που προσφέρουν.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις υπόλοιπες κρατικές υποδομές, φράγματα, αποχετευτικά και διοχετευτηκά συστήματα, συστήματα ύδρευσης, κλπ. Επίσης η ίδια μεθοδολογία ισχύει ή θα έπρεπε να ισχύει και για την επάνδρωση των κρατικών υπηρεσιών για την προστασία του πολίτη και του περιβάλλοντος.
Για την αντιμετώπιση, δηλαδή των πυρκαγιών και των πλημμυρών, με τα τελευταία δεδομένα του 2023, θα έπρεπε να είχαμε 10πλάσιους ανθρώπους και 10πλάσια συστήματα καταστολής.
Το βασικό πρόβλημα βέβαια είναι ότι τα φαινόμενα που χρήζουν τέτοιας αντιμετώπισης έχουν πληθήνει δυσανάλογα, με όποια παρελθούσα στατιστική, και σε ποσότητα και σε ένταση τα τελευταία χρόνια. Η κλιματική αλλαγή είναι εδώ και το δείχνει με κάθε ευκαιρία.
Τα δύο ζωντανά παραδείγματα είναι οι πυρκαγιές του καλοκαιριού και οι πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες του θεσσαλικού κάμπου.
Αν δούμε την διαφορά των εντάσεων στα τελευταία γεγονότα των βροχών της Θεσσαλίας με τις εντάσεις των προηγουμένων ετών, θα καταλάβουμε ότι αυτές οι εντάσεις δεν είναι αντιμετωπίσιμες από τα υπάρχοντα αντιπλημμυρικά συστήματα, ούτε και από τις κρατικές δυνάμεις υποστήριξης. Για πολλούς δε επιστήμονες, η τελευταία βροχόπτωση δεν θα ήταν αντιμετωπίσιμη με όποια αντιπλημμυρικά έργα και να είχαν γίνει.
Για του λόγου το αληθές, θα συγκρίνω καταστάσεις προηγουμένων ετών με τις σημερινές, χωρίς καμία αντιπολιτευτική διάθεση. Στην Μάνδρα Αττικής οι βροχοπτώσεις του 2017 ήταν περίπου 126 χιλιοστά της βροχής, και
- στον Βόλο ήταν 646 χιλιοστά σε μία μέρα. Δηλαδή έπεσε τόσο νερό στην περιοχή του Βόλου σε μία ημέρα, όση βροχή πέφτει στην Αττική σε ένα χρόνο.
- Στην Ζαγορά του Πήλιου 1096 χιλιοστά βροχής έπεσαν σε λιγότερο από 2 ημέρες.
- Στην Πορταριά Πήλιου 885 χιλιοστά βροχής.
- Στην Πεζούλα Καρδίτσας 660 χιλιοστά, και η λίστα συνεχίζεται.
Κάντε τις πράξεις μόνοι σας.
Τις μετρήσεις αυτές, κατά ομολογία τους, δεν τις πίστευαν ούτε οι επιστήμονες στην αρχή, αλλά τελικά διαπίστωσαν, όσο τραγικές και αν φαίνονται, ότι είναι η απόλυτη και σκληρή πραγματικότητα.
Επίσης από τα Ευρωπαϊκά παρατηρητήρια, κυρίως του Copernicus, οι μετρήσεις είναι αποστομωτικές. Τόσο οι φωτιές αλλά και οι βροχοπτώσεις στην χώρα μας, ξεφεύγουν από κάθε στατιστική καταγραφή, και αναφέρονται σαν τα μεγαλύτερα συμβάντα των τελευταίων πάρα πολλών ετών σε όλη την Ευρώπη.
Το πιο ασφαλές συμπέρασμα είναι ότι σίγουρα αυτές οι καταστάσεις, πρώτον δεν είναι προβλέψιμες, αλλά και να ήταν δεν θα ήταν ποτέ αντιμετωπίσιμες, στον βαθμό που θα θέλαμε όλοι μας, τόσο από πλευράς κόστους, όσο από πλευράς χρόνου κατασκευής των υποδομών.
Επίσης δεδομένο είναι ότι θα ξανά ζωγραφιστεί ο χάρτης της κεντρικής Ελλάδας και από γεωγραφικής αλλά και από δημογραφικής άποψης.
Η προληπτική αντιμετώπισή λοιπόν, τέτοιας έντασης φαινομένων, δεν είναι θέμα ούτε κυβερνητικής ετοιμότητας, ούτε θέμα ικανότητας της επιτελικής κυβέρνησης, ούτε ζήτημα προσωπικής επάρκειας, όπως διάφοροι πολιτικοί ή δημοσιογράφοι κρίνουν, προφανώς για ιδίους λόγους.
Οπωσδήποτε και πρέπει να γίνεται κριτική προς όλους, αλλά για ζητήματα που μπορεί ένα σύστημα να αντιμετωπίσει και κυρίως για την ταχύτητα των αντιδράσεων κατά την διάρκεια και μετά το φαινόμενο.
Οπωσδήποτε και πρέπει να γίνει λεπτομερέστατος απολογισμός, αιτιολόγηση των καταστροφών, και απόδοση ευθυνών εκεί που υπάρχουν, αν υπάρχουν.
Και όλα αυτά με διακομματικές επιτροπές για να μην υπάρχει καμία υποψία συγκάλυψης ευθυνών.
Για τον αναγκαίο, από ότι φαίνεται, ανασχεδιασμό υποδομών, συστημάτων και υπηρεσιών θεωρώ ότι θα έπρεπε
- το συνολικό πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα, να παραδεχθεί το πρωτόγνωρο του θέματος και να συνεργασθεί με τους επιστήμονες για να βρεθούν οι κατάλληλες λύσεις για το μέλλον.
- Κυβέρνηση, ελάσσονα και μείζονα αντιπολίτευση, στο ίδιο τραπέζι με τους επιστήμονες, για να καταλήξουν σε εφικτές και άμεσα υλοποιήσιμες προτάσεις.
- Κοστολόγια, τρόποι χρηματοδότησης, χρονοδιαγράμματα, όλα στο τραπέζι. Τίποτα δεν γίνεται με έναν νόμο και ένα άρθρο και δεν υπάρχουν μαγικά ραβδιά για τέτοια ζητήματα.
Αλλά μετά ξύπνησα και θυμήθηκα σε ποια χώρα ζώ.
Ζώ στην χώρα του παραλόγου όπου ακραία καιρικά φαινόμενα γίνονται πεδίο πολιτικής και μικροκομματικής αντιπαράθεσης.
Ζώ στην χώρα όπου μέρος της κοινωνίας και του πολιτικού συστήματος εκμεταλλεύεται τέτοιες καταστάσεις για μικροκομματικά οφέλη, εκμεταλλευόμενοι την ευάλωτη συναισθηματική κατάσταση των αμέσως εμπλεκομένων.
«Αίμα στην αρένα» θέλει ένα μέρος του λαού, και κάποιοι είναι πρόθυμοι να το εξυπηρετήσουν.
Ζώ στην χώρα των δύο μέτρων και δύο σταθμών, όπου ο καθένας μας μεταφράζει ή αλλοιώνει τα γεγονότα έτσι όπως τον βολεύουν για να εξυπηρετήσει το αφήγημα που τον αφορά, ενώ σε αντίθετη περίπτωση σφυρίζει αδιάφορα.
Δεν είναι παράξενο δε, ότι παρόμοια συμβάντα σε άλλες χώρες, με σαφώς χειρότερα αποτελέσματα, δεν γίνονται πεδία αντιπαράθεσης, αλλά ευκαιρία συνεργασίας και παραγωγικότητας.
Ο «σοφός» λαός λέει «ή στραβός είναι ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε»
Εμείς τα έχουμε καταφέρει και τα δύο. Και στραβός είναι ο γιαλός, και στραβά αρμενίζουμε.
Comments