Σε ένα παλιό βιβλίο του Harrold Robbins, με τίτλο «Έμποροι Ονείρων» ο συγγραφέας περιέγραφε μια γενικότερη κατάσταση στο Χόλυγουντ όπου σκηνοθέτες, παραγωγοί και παράγοντες της 7ης τέχνης, πουλούσαν όνειρα και ελπίδες προκειμένου να εκμεταλλεύονται νέους καλλιτέχνες.
Αυτή η πρακτική εξελίχθηκε σε ανεύθυνη δημαγωγία, και με τα χρόνια έγινε πραγματική επιστήμη. Και το όνομα αυτής «λαϊκισμός».
Ο λαϊκισμός, στην σύγχρονη πολιτική, στον δημόσιο λόγο και όχι μόνο είναι ο τρόπος να αυξάνουνε την δημοτικότητά τους μέσω θεωρητικών σχεδίων που ενώ ακούγονται θετικά, στην πραγματικότητα είτε είναι παντελώς ανέφικτα, είτε απολύτως καταστροφικά εφόσον εφαρμοστούν.
Ένα κλασικό παράδειγμα είναι η περίπτωση που «θα βαράγαμε τα νταούλια και οι αγορές θα χόρευαν στον δικόν μας τον ρυθμό».
Το άκουσμα αυτό ήταν σαν μελωδία στα αυτιά πολλών, που αν και ήταν προφανώς παρατραβηγμένο, άρεσε γιατί έκρυβε τους πιο ακραίους και κρυφούς τους πόθους.
Και αυτό ακριβώς είναι και το χειρότερο. Ότι δηλαδή ένα μεγάλο μέρος αυτών που αποδέχονται τους λαϊκιστές με χειροκροτήματα, αντιλαμβάνονται την παρατραβηγμένη ρητορική αλλά αφήνουν εντέχνως την παθογένεια τους να υπερέχει της λογικής που συχνά παραμερίζουν για χάριν αυτής της ψυχολογικής ευχαρίστησης.
Ακούγεται τραγικό αλλά είναι ακριβώς αυτό.
Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα, μπορεί να μην τα είπες με το πρώτο σου το γάλα, αλλά σίγουρα κρύβουν ανικανότητα, απάτη, ψεύδος, εκμετάλλευση, καταστροφικές λογικές και πατάνε στην άγνοια, την δυστυχία αλλά και στις παθογένειες του κόσμου.
Αυτοί που λαϊκίζουν είναι όλοι αυτοί που έχουν να επωφεληθούν από την αρέσκεια του κοινού τους, των ακροατών τους ή και των συνεργατών τους, έστω και αν αυτή η αρέσκεια είναι πρόσκαιρη.
- Πολιτικοί λαϊκίζουν για την συλλογή ψηφοφόρων,
- Δημοσιογράφοι για την δημιουργία κοινού,
- Καλλιτέχνες για την αρέσκεια των κοινωνικά «ευαίσθητων»
- Επιχειρηματίες για την αρέσκεια του περίγυρού τους
- Στελέχη επιχειρήσεων για την αρέσκεια των αφεντικών τους,
και όποιος άλλος τελικά έχει να ωφεληθεί από την ηχώ θετικών ειδήσεων ή προβλέψεων, έστω και αν αυτές είναι προφανώς απατηλές, ψευδείς και πρόσκαιρες.
Τα παραπάνω είναι μερικά παραδείγματα και αλλοίμονο δεν θέλω να εντάξω ολόκληρους κλάδους της κοινωνίας ή επαγγέλματα σε αυτήν την κατηγορία.
Μερικές φορές οι λαϊκισμοί δεν αποκαλύπτονται για πολλά χρόνια, οπότε και το κόστος είναι υπέρογκο. Για παράδειγμα οι λαϊκίστικες πολιτικές της δεκαετίας του ’80, επι της ουσίας, αποκαλύφθηκαν με την κρίση του 2010, και όλοι πλέον έχουμε καταλάβει τι έγινε τότε.
Η δουλειά του πολιτικού, κατά την γνώμη μου τουλάχιστον, είναι
- να βελτιώνει το βιοτικό επίπεδο των πολιτών χωρίς βέβαια να υποθηκεύει το μέλλον τους, και
- παράλληλα όμως να εκπαιδεύει τους πολίτες σε αυτό που λέμε «προσωπική ευθύνη», δηλαδή στις σωστές νοοτροπίες και στις ευθύνες που έχουν απέναντι στο σύνολο της κοινωνίας.
Και αυτό ακριβώς, το δεύτερο, είναι που δεν έγινε ποτέ, από την μεταπολίτευση και μετά, που συντελεί, για εμένα, και το μεγαλύτερο έγκλημα κατά της κοινωνίας.
Η αλήθεια είναι ότι οι περιπτώσεις λαϊκισμού από την πολιτική ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, δεν χωρούν σε ένα άρθρο. Μάλλον βιβλίο χρειάζεται πολλών εκατοντάδων σελίδων και σε πολλαπλές εκδόσεις.
Οι δημοσιογράφοι επίσης έχουν την ευθύνη μιας αντικειμενικής ενημέρωσης, αλλά και το δικαίωμα του υποκειμενικού σχολιασμού στην συνέχεια και όχι πριν την ενημέρωση. Μερικοί όμως χαϊδεύουν τα αυτιά των αδαών και των εν αγνοία πολιτών για τα προφανή οφέλη της δημοτικότητας.
Μερικά στελέχη επιχειρήσεων ή ακόμα και επιχειρηματίες παρουσιάζουν μια στρεβλή και υπερβολικά θετική εικόνα της επιχείρησης για να είναι αρεστοί στους γύρω τους αλλά και στον εαυτό τους. Γιατί αυτό τους αρέσει να ακούν και αυτό τους αρέσει να ακούγεται. Και όταν η σκληρή πραγματικότητα χτυπήσει την πόρτα τους τότε όλοι ψάχνουν να βρούνε υπαίτιους των πεπραγμένων και των αποκλίσεων.
Αρκετοί επώνυμοι καλλιτέχνες «λαϊκίζουν» με σκοπό τι άλλο, να προκαλέσουν τον θαυμασμό του κοινού τους δείχνοντας υπερβολικές ευαισθησίες για «τον άνθρωπο», όπως λένε, ενώ στην πράξη μετατρέπουν αυτόν τον θαυμασμό σε έσοδα, τα οποία και έσοδα ενίοτε προβάλλουν προκλητικά. Από την μία καλούν τον κόσμο σε αντάρτικο και λαϊκούς αγώνες και από την άλλη βολτάρουν για ψώνια σε πανάκριβα στέκια του Λονδίνου.
Το έγκλημα των λαϊκιστών είναι διπλό και είναι κατά ολόκληρης της κοινωνίας. Όχι μόνο ψεύδονται και υποκρίνονται εις γνώσιν τους, δημιουργώντας ψεύτικες προσδοκίες και ελπίδες, αλλά δημιουργούν και μακροχρόνιες παθογένειες με αποτέλεσμα οι κοινωνίες να ταλανίζονται σε περιπέτειες, ακριβώς σαν αυτήν που έζησε και η δικιά μας κατά την διάρκεια της κρίσης του 2010.
Ένας δημαγωγός και λαϊκιστής, που έχει δημόσιο λόγο, λειτουργεί κατά βάση σαν έμπορος ναρκωτικών και επι της ουσίας, είναι πολύ χειρότερος. Προσφέρει μια πρόσκαιρη ψυχολογική ευχαρίστηση, με καταστροφικά αποτελέσματα
στο μέλλον, δηλητηριάζοντας το κοινό του, και δημιουργώντας παθογένειες που παίρνουν γενεές για να ξεπεραστούν, αν ξεπεραστούν ποτέ.
Στο τέλος της ημέρας φταίμε όλοι. Και αυτοί που λαϊκίζουν, και αυτοί που τα χειροκροτούν, και αυτοί που δεν καταδικάζουν αυτές τις λογικές με την εμφάνισή τους.
Δεν έχω απαντήσεις, μόνο ερωτήματα και προβληματισμούς, Ας αναρωτηθούν οι σοφοί του κράτους για να βρουν λύσεις. Φαντάζομαι η σωστή παιδεία θα μπορούσε να είναι μέρος από την λύση, καθώς και η τιμωρία των λαϊκιστών όταν η δημαγωγία τους αποκαλύπτεται.
Comentários